Το καλοκαίρι του 1999 αναβαθμίσαμε την ΓΙΟΡΤΗ ΤΟΥ ΨΑΡΑ ΣΤΗΝ ΚΟΙΛΑΔΑ και την καθιερώσαμε σαν γιορτή του Δήμου Κρανιδίου και ολόκληρης της Αργολίδας.
Αφιερωμένο στη γιορτή του Ψαρά του 2002:
Η Κοιλάδα των παιδικών μου χρόνων
Η οποιαδήποτε αναφορά μου στην Κοιλάδα περνάει από την Κοιλάδα των παιδικών μου χρόνων, κυριολεκτικά από όλον τον κόσμο των παιδικών μου ονείρων, αφού γεννήθηκα μερικές μόνο εκατοντάδες μέτρα απέναντι στον κάμπο και τα πάλλευκα χαμηλά σπίτια της με τις κεραμοσκεπές, τα καΐκια και τα άλλα πλεούμενα, τη γαλάζια θάλασσα με την ακίνητη σχεδόν επιφάνεια και το εκκλησάκι του Αγ. Δημητρίου που καθρέφτιζε το λευκό του στο απέναντι γαλάζιο ήταν ό,τι πρωτοαντί-κρισαν τα μάτια μου.
Και είναι φαίνεται του ανθρώπινου νου και της ψυχής ιδίωμα αυτές οι πρώτες παραστάσεις της ζωής του καθένα μας να μένουνε βαθιά χαραγμένες μέσα μας, να μας ακολουθούν παντού και πάντοτε, να αναδύονται σε πρώτη ευκαιρία, να χαράζουν μέσα μας και απέξω μας ακόμα αυτό που τελικά γινόμαστε.
Η Κοιλάδα λοιπόν, η Κοιλάδια όπως τη λέγαμε τότε ήταν ένα πολύ όμορφο μικρό ψαροχώρι με ασβε-στωμένα χαμηλά σπιτάκια, με την αμμουδιά μπροστά τους σε όλη την έκταση της παραλίας, με πέτρινες και ξύλινες σκάλες προς τη θάλασσα, με μικρές βαρκούλες και μεγαλύτερα καΐκια, με δίχτυα απλωμένα πάνω στις αντένες που στηρίζονταν σε ξύλινες γάβριες, με καρνάγια και ναυπηγεία, με το νησάκι Κορωνίδα αντίκρυ της,, ιδιοκτησία τότε του Τσοκανά και ιδανικός βοσκότοπος για τα γίδια και τα πρόβατα του, με τη σπηλιά του Δόκιου απέναντι στην άκρη του βουνού Φράγχθι, που φιλοξενούσε και αυτή γίδια και πρόβατα. Δε φανταζόμαστε τότε βέβαια ούτε και υποψιαζόμαστε ότι σε λίγα χρόνια αυτή η σπηλιά θα γινόταν το επίκεντρο παγκόσμιου επιστημονικού ενδιαφέροντος αρχαιολόγων, ανθρωπολόγων, ιστορικών για να μελετήσουν τα πρώτα βήματα του προϊστορικού ανθρώπου πάνω στον πλανήτη μας. Η σπηλιά του Δόκιου που στην παιδική μας φαντασία περιέκλειε δράκους και τέρατα είναι σήμερα μετά τις ανασκαφικές έρευνες που έγιναν στη δεκαετία του 70 το γνωστό σε όλο τον κόσμο σπήλαιο Φράγχθι της Κοιλάδας, όπου βρέθηκαν τα πρώτα εργαλεία κατασκευασμένα από οψιδιανό, προϊστορικά σκεύη και κοσμήματα, οι αρχαιότεροι τάφοι της ανατολικής λεκάνης της Μεσογείου και το σπουδαιότερο, τα πρώτα ίχνη της δραστηριότητας του ανθρώ-που όχι μόνο πάνω στην ξηρά αλλά και μέσα στη θάλασσα.
Παρασύρθηκα όμως μιλώντας για όλα αυτά τα όμορφα και τα σπουδαία πράγματα και δε μίλησα για τους ανθρώπους της Κοιλάδας των παιδικών μου αναμνήσεων, τους ηλιοκαμένους άνδρες με τα καθαρά και τίμια πρόσωπα με τα πόδια τους γυμνά να ποτίζονται αρμύρα και να νιώθεις από τη θωριά τους τη ζωή τους δίκαια μοιρασμένη ανάμεσα σε θάλασσα και σε στεριά. Τις γυναίκες με τις μαντιλούσες που τις έφτιαχναν γείσο πάνω οπό το μέτωπο τους να παλεύουν νύχτα μέρα με τις δουλειές του σπιτιού, αλλά και με τις δουλειές στα γύρω περιβόλια, να καρτερούνε τους άνδρες τους, να κρατάνε μόνες τους το σπίτι γιατί τα χρόνια τότε ήταν φτωχά και δύσκολα για όλους μας. Ούτε τα σημερινά εργαλεία της θάλασσας υπήρχαν, αλλά και το μεροκάματο ήταν λίγο και σκληρό.
Πάνω από όλα όμως θυμάμαι τα πρόσωπα ανδρών και γυναικών να λάμπουν από φυσική ευγένεια, καλοσύνη και τιμιότητα. Οι άνθρωποι τότε πίστευαν πολύ στο θεό και οι Κοιλαδιώτες ήτανε, όπως και σήμερα άλλωστε, θεοσεβούμενοι. Το μοναστήρι της Παναγίας, της Ζωοδόχου Πηγής, η παλιά εκκλησία της Ευαγγελίστριας ήταν τα καταφύγια των ανθρώπων στις δύσκολες τους στιγμές. Η πρώτη λέξη που έβγαινε από τα χείλη τους στην αναποδιά, στην δυσκολία, στο χτύπημα του αναπάντεχου κακού ήτον «Βαγγελίστρα μου» και σταυροκοπιόντουσαν. θυμάμαι ακόμα τα κάρα του Καναλιάμη και του Μπιστόλα το παντοπωλείο του Δριβάλα κοντά στην είσοδο της Κοιλάδας που πουλούσε από τρόφιμα μέχρι τσακμακόπετρες και πετρέλαιο, τους μανάβηδες με τα γαϊδουράκια και τα άλογα, την κυρα Παναγιωτίτσα την Ηλιου, μια γιαγιά που ζούσε μόνη της και κράταγε στο σπίτι της τα μεσημέρια παιδιά από τον κάμπο γιατί τότε είχαμε σχολείο πρωί και απόγευμα, και ερχόταν και με μάζευε από τη θάλασσα που με ξεμυάλιζε φωνάζοντας: «έλα στο σπίτι να διαβάσεις, έχω ευθύνη εγώ», το νουνό μου το Μήτσο τον Κατσώρη που μου έδωσε το όνομα του, τη νουνά μου την Παναγιούλα που σταμάτησε να μου στέλνει το πασχαλιάτικο κουλούρι με αυγό όταν πέθανε, τους γονείς μου σαν τα μυρμήγκια της γης να δουλεύουνε ασταμάτητα, ένα με το χώμα και τη λάσπη των περιβολιών. Και αυτή η μουσική, αθέατη όπως θα έλεγε ο ποιητής, από τους ήχους της καστάνιας των μαγκανιών που δούλευαν το σούρουπο μέχρι αργά στα μαγκανοπήγαδα του κάμπου να ηχεί ακόμα στα αφτιά μου σαν την πιο θεσπέσια μελωδία της τότε ζωής.
Σήμερα, στο διευρυμένο δήμο Κρανιδίου η Κοιλάδα κατέχει τη δική της, εξίσου με τα άλλα δημοτικά διαμερίσματα, σημαντική θέση στην πρόοδο, την ευημερία, την ανάπτυξη και τα μεγάλα έργα.
Ευχαριστώ το θεό που γεννήθηκα σ' αυτόν τον όμορφο τόπο και που με αξίωσε να είμαι χρήσιμος στους ανθρώπους του και ως γιατρός και ως δήμαρχος, κοντά στον πόνο τους, στα προβλήματα τους αλλά και στην ελπίδα τους για το αύριο.
Δημήτρης Καμιζής
Σήμερα, στο διευρυμένο δήμο Κρανιδίου η Κοιλάδα κατέχει τη δική της, εξίσου με τα άλλα δημοτικά διαμερίσματα, σημαντική θέση στην πρόοδο, την ευημερία, την ανάπτυξη και τα μεγάλα έργα.
Ευχαριστώ το θεό που γεννήθηκα σ' αυτόν τον όμορφο τόπο και που με αξίωσε να είμαι χρήσιμος στους ανθρώπους του και ως γιατρός και ως δήμαρχος, κοντά στον πόνο τους, στα προβλήματα τους αλλά και στην ελπίδα τους για το αύριο.
Δημήτρης Καμιζής
Δήμαρχος Κρανιδίου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου